Πιστεύω εἰς ἕναν θεόν

ΠΙΣΤΕΥΩ ΕΙΣ ΕΝΑΝ ΘΕΟΝ

( Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ )

Γι’ αὐτό λοιπόν πιστεύουμε σέ ἕνα Θεό, σέ μιά ἀρχή ἄναρχη, ἄκτιστη, ἀγέννητη καί ἀνόλεθρη και ἀθάνατη, αἰώνια, ἄπειρη, ἀπερίγραπτη, ἀπεριόριστη, ἀπειροδύναμη, ἁπλή, ἀσύνθετη, ἀσώματη, ἄρρευστη, ἀπαθῆ, ἄτρεπτη, ἀναλλοίωτη, ἀόρατη, πηγή ἀγαθότητος καί δικαιοσύνης, φῶς νοερό, ἀπρόσιτο, δύναμη, πού δέν γνωρίζεται μέ κανένα μέτρο ἀλλά μόνο μετριέται μέ τή συγγενῆ βούληση – γιατί τά πάντα μπορεῖ νά κάνει, ὅσα θέλει -, ἀρχή πού δημιούργησε ὅλα τά κτίσματα, τά ὁρατά καί τά ἀόρατα, πού συνέχει καί συντηρεῖ τά πάντα, προνοεῖ γιά ὅλα, κρατεῖ τά πάντα καί κυβερνᾶ καί βασιλεύει μέ ἀτέλειωτη καί ἀθάνατη βασιλεία, τίποτε δέν ἔχει ἀντίθετό της, ὅλα τά γεμίζει, δέν περιέχεται ἀπό κανένα, μᾶλλον αὐτή περιέχει τά σύμπαντα καί τά συνέχει καί προεξέχει, μέ καθαρό καί ἀμόλυντο τρόπο βρίσκεται πάνω σέ ὅλες τίς οὐσίες καί εἶναι ὑψωμένη πέρα ἀπό ὅλα καί ἀπό κάθε οὐσία, γιατί εἶναι πάνω ἀπό τήν οὐσία καί πάνω ἀπό τά ὄντα, ὑπέρθεη, ὑπεράγαθη, ὑπερπλήρης, πού διαχωρίζει ὅλες τίς ἀρχές καί τίς τάξεις καί εἶναι θεμελιωμένη πάνω ἀπό κάθε ἀρχή καί τάξη, πάνω ἀπό τήν οὐσία καί τή ζωή καί τόν λόγο καί τήν ἔννοια, αὐτοφῶς, αὐτοαγαθότητα, αὐτοζωή, αὐτοουσία, γιατί δέν ἔχει ἀπό κάποιον ἄλλον τήν ὕπαρξη ἤ κάτι ἀπό ὅσα εἶναι, ἐνῶ ἡ ἴδια εἶναι πηγή τῆς ὑπάρξεως γιά τά ὄντα, τῆς ζωῆς γιά τούς ζῶντες, τοῦ λόγου γιά ὅσους μετέχουν στόν λόγο, αἰτία ὅλων τῶν ἀγαθῶν γιά ὅλους, πού γνωρίζει τά πάντα πρίν νά γίνουν, μιά οὐσία, μιά θεότητα, μιά δύναμη, μιά θέληση, μιά ἐνέργεια, μιά ἀρχή, μιά ἐξουσία, μιά κυριότητα, μιά βασιλεία, πού γνωρίζεται σέ τρεῖς τέλειες ὑποστάσεις καί προσκυνεῖται μέ μιά προσκύνηση καί πιστεύεται καί λατρεύεται ἀπό ὅλα τά λογικά κτίσματα, ἐνῶ οἱ τέλειες ὑποστάσεις εἶναι ἑνωμένες μέ ἀσύγχυτο τρόπο καί συνάμα διαιροῦνται ἀδιάσπαστα, πράγμα πού εἶναι καί παράδοξο.

Πιστεύουμε σέ Πατέρα καί Υἱό καί Ἅγιο Πνεῦμα, καί στό ὄνομα τους ἔχουμε βαπτισθεῖ: γιατί ἔτσι διέταξε ὁ Κύριος τούς ἀποστόλους νά βαπτίζουν, λέγοντας: “Βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος” (Ματθ. 28, 19)

ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

Τῆ ἁγία καί μεγάλη Κυριακή τοῦ Πάσχα αὐτήν τήν ζωηφόρον Ἀνάστασιν ἐορτάζομεν τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ τήν ἐπισφράγιση τῆς νίκης τοῦ Κυρίου κατά τοῦ διαβόλου καί τοῦ θανάτου.

“Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτω θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος”. Ὕμνος σύντομος πού μᾶς δίδει ὅλο τό νόημα τῆς λαμπροφόρου ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως.
 
Μέ τήν συντριβή τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους καί τήν κατάργιση τοῦ θανάτου, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου γίνεται ἡ ἀρχή μιᾶς καινούργιας ζωῆς για ὅλους τούς ἀνθρώπους. Εἶναι συγχρόνως καί ἡ βεβαίωση γιά τήν δική μας ἀνάσταση καί νίκη, γιατί εἶναι δική μας ἀνάσταση, δική μας νίκη κατά τοῦ θανάτου καί τῶν ἀντιθέων δυνάμεων. Ἐδῶ βρίσκεται ὅλη ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἡ βάση τῆς σωτηρίας μας και ἡ μεγάλη μας αἰσιοδοξία γιά τήν τελική νίκη. Ὁ Κύριος νίκησε τόν θάνατο καί τόν Ἄδη, ὄχι μόνον σάν θεός, ἀλλά σάν θεάνθρωπος. Νίκησε καί ἡ δική μας φύση, ἡ ἀνθρώπινη, τήν ὁποία ἔλαβε ἀπό τήν Παρθένο Μαρία. Γι’αὐτό καί ἡ καινούργια, ἡ λυτρωμένη ζωή τοῦ καθενός μας πηγάζει ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου.

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ

Τῶ ἁγίω καί Μεγάλω Σαββάτω, τήν θεόσωμον Ταφήν καί τήν εἰς Ἅδου Κάθοδον τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἑορτάζομεν. δι’ ὧν τῆς φθορᾶς τό ἡμέτερον γένος ἀνακληθέν. Πρός αἰωνίαν ζωήν μεταβέβηκε.

Τό Μ. Σάββατο εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς μεγάλης σιωπῆς “Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία καί στήτω μετά φόβου καί τρόμου καί μηδέν γήϊνον ἐν ἑαυτῆ λογιζέσθω”, λέγει χαρακτηριστικά τό χερουβικό τῆς ἡμέρας. Ὁ Κύριος βρίσκεται στόν τάφο, ὄχι γιά νά παραδοθεῖ στήν ἀφάνεια καί στήν φθορά τοῦ θανάτου, ἀλλά γιά νά συντρίψει “ὡς ζῶν νεκρός” τήν δύναμη τοῦ Ἅδου καί τοῦ θανάτου, “θανάτω θάνατον πατήσας”, καί νά λυτρώσει ὅλους ὅσους κατεῖχε ὁ Ἅδης στήν ἐξουσία του. Ἐντυπωσιακά ἐκφράζει τήν ἀλήθεια αὐτή ἕνα ἀπό τά Στιχηρά τοῦ Ἑσπερινοῦ: “Σήμερον ὁ Ἅδης στένων βοᾶ κατελύθη μου ἡ ἐξουσία”.
Ἔτσι τό Μ. Σάββατο δέν εἶναι ἡμέρα λύπης. Εἶναι προανάκρουσμα ἐλπίδος καί νίκης. Εἶναι προάγγελος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως. Γι’αὐτό καί κατά τήν ἡμέρα αὐτή θριαμβικά ἀκούγονται τά προφητικά λόγια, πού ἡ Ἐκκλησία τά κάνει παιᾶνα νίκης καί θριάμβου καί τά ἀπευθύνει σάν ἐγερτήριο πρός τόν κοιμώμενο Κύριο:

“Ἀνάστα ὁ θεός, κρῖνον τήν γῆν ὅτι σύ κατακληρονομήσει ἐν πᾶσι τοἱς ἔθνεσι”.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΠΑΘΟΥΣ

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΠΑΘΟΥΣ

Τῆ ἁγία καί Μεγάλη Παρασκευῆ τά ἅγια καί σωτήρια καί φρικτά Πάθη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπιτελοῦμεν τούς ἐμπτυσμούς, τά ραπίσματα, τά κολαφίσματα, τάς ὕβρεις, τούς γέλωτας, τήν πορφυρᾶν χλαῖναν, τόν κάλαμον, τόν σπόγγον, τό ὄξος, τούς ἥλους, τήν λόγχην καί προπάντων τόν Σταυρόν, καί τόν θάνατον, ἅ δι’ ἡμᾶς ἑκών κατεδέξατο ἔτι δέ καί τήν τοῦ εὐγνώμος Ληστοῦ, τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῶ, σωτήριον ἐν τῶ Σταυρῶ ὁμολογίαν.

<< Αὐτό εἶναι ὁλόκληρο τό νόημα, ὅλο τό βάθος τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ Πάθους -σ’αὐτόν τό φαινομενικό θρίαμβο τοῦ κακοῦ, εἶναι πού στήν πραγματικότητα θριαμβεύει τό ἀγαθό. Γιατί ἡ νίκη τοῦ ἀγαθοῦ ξεκινᾶ ἀπό ἐδώ ἀκριβῶς, μέ τό ξεσκέπασμα τοῦ κακοῦ ὡς πραγματικά κακοῦ. Οἱ Ἰουδαῖοι γνωρίζουν πώς ψεύδονται. Ὁ Πιλάτος γνωρίζει πώς καταδικάζει σέ θάνατο ἕναν ἄνθρωπο πού εἶναι ἀπόλυτα ἀθῶος. Καί ὥρα μέ τήν ὥρα, βῆμα-βῆμα, μέσα στόν φοβερό αὐτό θρίαμβο τοῦ κακοῦ ἀρχίζει νά λάμπει τό φῶς τῆς νίκης ὁλοένα καί πιό λαμπερά. Ἡ νίκη μπορεῖ νά διαφανεῖ στή μετάνοια τοῦ σταυρωμένου ἐγκληματία, στά λόγια τοῦ κεντρυρίωνα πού ἐκτελοῦσε τή σταύρωση: “ἀληθῶς Θεοῦ υἱός ἦν οὖτος” (Ματθ. 27:54). Ὁ ἄνθρωπος πού πέθανε πάνω στό Σταυρό ὁλοκλήρωσε τή μαρτυρία Του. Καί μέσω αὐτῆς, ἀπό μέσα, – ὄχι ἀκόμα ἐξωτερικά – τό κακό καταστράφηκε, ἀποκαλύφθηκε καί ἀποκαλύπτεται συνέχεια ὡς κακό. Ἐπαναλαμβάνω, ὁ Σταυρός ἀρχίζει τή νίκη, ἡ ὁποία ἐκπληρώνεται μέ τό θάνατο καί τήν ἀνάσταση τοῦ Ἐσταυρωμένου>>.

π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν