Πεντηκοστή

Πεντηκοστή

1. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἀνακαινίζει τὸν ἄνθρωπο

Πεντηκοστή! Ἡ τελευταία δεσποτικὴ ἑορτή. Γιορτάζουμε τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἔκχυση τῆς ἁγιαστικῆς θείας Χάριτος στὸ ἀνθρώπινο γένος. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι ὁ ὕψιστος καρπὸς τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου, ἡ ἔσχατη καὶ κορυφαία ἐπαγγελία (ὑπόσχεση) τῆς ἐποχῆς τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Στὴν πρὸ Χριστοῦ ἐποχὴ οἱ ἄνθρωποι λόγῳ τῆς δουλείας τους στὴν ἁμαρτία ἦταν χωρισμένοι ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς μὲ τὴ Σταύρωσή Του ἐξασφάλισε τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους, τὴν καταλλαγή (συμφιλίωση) μὲ τὸν ἐπουράνιο Πατέρα. Ἀπόδειξη τῆς καταλλαγῆς εἶναι ἡ ἀποστολὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν κόσμο.

Γιορτάζουμε τὴν ἔλευση τοῦ τρίτου Προσώπου τῆς ἀδιαιρέτου Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στὴν κοινωνία τῶν μαθητῶν, τὴν ἀποστολή Του στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν. Ἀπὸ σήμερα τὸ Ἅγιον Πνεῦμα μένει μόνιμα στὸν κόσμο, μέσα στὴν Ἐκκλησία, καὶ ἐργάζεται τὴ μεταμόρφωση τοῦ κόσμου, τὴ μεταμόρφωση τῆς καρδιᾶς τοῦ καθενός μας.

Γι’ αὐτὸ καὶ Πεντηκοστὴ σημαίνει: ἀ­ναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι ὁ ἐν Χρι­στῷ καινὸς ἄνθρωπος εἶναι πραγματικότητα. Πεντηκοστὴ σημαίνει ὅτι ὁ ἄν­θρωπος μπορεῖ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, νὰ γίνει θεοφόρος.

2. Ποταμοὶ θείας Χάριτος ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου

Ὁ Κύριος γεμάτος ἀγάπη καὶ πόθο γιὰ τὴ σωτηρία μας, «ἔκραξε», φώναξε δυ­νατά, καὶ μᾶς κάλεσε κοντά Του γιὰ νὰ σβήσει τὴ δίψα μας, δηλαδὴ τοὺς μεγάλους πόθους τῆς ἀνθρώπινης ψυ­χῆς:

–«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω»· ὅποιος διψάει ἂς ἔρθει κοντὰ σὲ Μένα καὶ ἂς πίνει. Κοντὰ σὲ Μένα θὰ βρεῖ ἀνάπαυση, θὰ ξεδιψάσει.

Ἔτσι γίνεται. Καὶ ὄχι μόνο θὰ ξεδιψάσει κοντά Του ὅποιος διὰ τῆς πίστεως καὶ τῆς μετανοίας συνδεθεῖ μὲ τὸν Κύριο, ἀλλὰ γίνεται καὶ ὁ ἴδιος πηγή:

–«Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ», διαβεβαίωσε ὁ Κύριος, «καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος». Ἀπὸ τὸ ἐσωτερικό του θὰ τρέχουν ποταμοὶ θείας Χάριτος.

Αὐτὴ τὴν πραγματικότητα τὴ διαπιστώνουμε στοὺς Ἁγίους μας. Τὰ λόγια τους εἶναι φωτισμένα, τὰ ἀγαθὰ ἔργα τους πολλὰ καὶ θαυμαστά, ἡ προσευχή τους φλογερὴ καὶ ἀποτελεσματική, ἡ παρουσία τους τόσο εὐεργετικὴ στὸ περιβάλλον τους. Εἰρηνεύουν, ἀναπαύουν, συγκλονίζουν ὅσους ἀναστρέφον­ται μαζί τους. Ἐκπέμπουν ἔντονα τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, τὴν Χάρι Του.

Οἱ Ἅγιοι φανερώνουν πόσο μεγάλη εὐεργεσία εἶναι ἡ Πεντηκοστή. Καὶ μᾶς καλοῦν νὰ τοὺς ἀκολουθήσουμε. Διότι τὸ ζητούμενο δὲν εἶναι νὰ μετέχουμε τυπικὰ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε ἐμπειρία Χάριτος, νὰ κατοικήσει μόνιμα μέσα μας ὁ Κύριος· νὰ Τοῦ δώσουμε ὁλόκληρη τὴν καρδιά μας· νὰ ἀποφασίσουμε καὶ νὰ ἀγωνισθοῦμε γιὰ τὴν τέλεια ὑπακοὴ στὶς ἅγιες ἐντολές Του, γιὰ τὴν τέλεια νέκρωση τῆς ἁμαρτίας μέσα μας. Καὶ σὲ αὐτὸ μᾶς βοηθεῖ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.

Ὅσο τὸ προσπαθοῦμε, τόσο ἐνισχύεται ἡ παρουσία καὶ ἡ ἐνέργειά Του μέσα μας, μέχρι νὰ φθάσουμε, μετὰ ἀπὸ σταθερὸ ἀγώνα καὶ πολλὴ ταπείνωση, νὰ ζήσουμε τὴ μόνιμη παρουσία Του στὶς καρδιές μας.

3. Ἀντίσταση στὴ θεία ἀγάπη

Ὅταν ὁ Κύριος μίλησε γιὰ τὴν ὕψιστη αὐτὴ δωρεά, δὲν ἔγινε ἀποδεκτὸς ἀπὸ ὅλους. «Σχίσμα ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾿ αὐτόν». Ἄλλοι ἀπὸ τὸν λαὸ πίστεψαν, ἐνῶ ἄλλοι ὄχι. Οἱ ὑπηρέτες τῶν Φαρισαίων ποὺ εἶχαν σταλεῖ νὰ Τὸν συλλάβουν, γύρισαν ἄπρακτοι ὁμολογώντας ὅτι ποτὲ δὲν μίλησε ἄνθρωπος ὅπως Ἐκεῖνος, γεγονὸς ποὺ ἐξόργισε τοὺς κυρίους τους. Τότε ἕνας ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους, ὁ Νικόδημος, θέλησε νὰ ὑπερ­ασπισθεῖ τὸν Κύριο:

–«Σύμφωνα μὲ τὸ Νόμο, κανεὶς δὲν καταδικάζεται, ἂν πρῶτα δὲν ἀπολογηθεῖ». Ἀλλὰ ἐκεῖνοι δὲν πείσθηκαν, διότι δὲν ἤθελαν.

Ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, ἂν καὶ εἶναι ἀποκάλυψη ἀγάπης καὶ φέρνει τὴ μεγάλη δωρεὰ τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἑνότητος, προκαλεῖ ἀντιδράσεις. Διότι, ὅσο συγκλονιστικὸ γεγονὸς καὶ ἂν εἶναι, δὲν καταργεῖ τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία.

Προκειμένου ὁ ἄνθρωπος νὰ ­δεχθεῖ τὸν Θεό, πρέπει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἁ­μαρτωλὸ ἑαυτό του. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν εἶ­ναι διατεθειμένοι νὰ τὸ κάνουν ὅσοι ἀ­γαποῦν τὰ πάθη τους. Ἔτσι, μὲ ἀ­φορμὴ τὴ φανέρωση τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, ἡ ἀνθρωπότητα χωρίζεται σὲ δύο στρατόπεδα: σὲ ὅσους δέχονται τὴ δωρεά, καὶ σὲ ὅσους τὴν ἀρνοῦνται. Σὲ ὅσους ὑποτάσσονται στὸν Χριστὸ καὶ μεταμορφώνονται ἀπὸ τὴ θεία ἀγάπη, καὶ σὲ ὅσους ἀντιτίθενται σ᾿ Ἐκεῖνον καὶ μισοῦν τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ…

Εἴθε ὅλοι μας νὰ παραδοθοῦμε ὁλοκληρωτικὰ στὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὥστε νὰ γί­νουμε «λάμποντες, ἀστράπτοντες, ἠλ­­­­λοιωμένοι» – νὰ λάμπουμε, νὰ ἐκπέμ­πουμε μὲ τὴ ζωή μας τὸ ἀστραφτερὸ φῶς τῆς ἁγιότητος. Νὰ εἴμαστε ἀλλοιωμένοι, μεταμορφωμένοι – καὶ νὰ μὴν ὑπάρχει καμιὰ καρδιὰ ποὺ νὰ ἀρνεῖται πεισματικὰ τὴν ἀνεκτίμητη δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Πηγή: https://www.osotir.org

Ἡ χαρὰ ἡ μεγάλη τῆς Ἀναλήψεως

Ἡ χαρὰ ἡ μεγάλη τῆς Ἀναλήψεως

Ἀνάληψη. Ἡ μεγάλη καὶ λαμπρὴ δεσποτικὴ ἑορτὴ τοῦ Κυρίου μας. Τὴν πανηγυρίζουμε μὲ ὕμνους τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Τὴν περιμένουμε μὲ λαχτάρα κάθε χρόνο. Γιὰ νὰ πορευθοῦμε μὲ τοὺς ἁγίους μαθητὲς στὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Γιατὶ ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Κύριος, ἀφοῦ ἀπηύθυνε στοὺς μαθητές Του τὶς τελευταῖες Του ὑποθῆκες, «ἀνελήφθη ἐν δόξῃ». Ὑψώθηκε καὶ χάθηκε ἀπὸ τοὺς χοϊκοὺς ὀφθαλμούς τους. Θὰ περίμενε κανεὶς νὰ ζωγραφισθεῖ στὰ πρόσωπα τῶν ὀρφανεμένων μαθητῶν θλίψη καὶ ὀδύνη. Συνέβη ὅμως τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο. Ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ὅμως μᾶς διασώζει εἴδηση θαυμαστή, ὅτι οἱ μαθητὲς «ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης» (Λουκ. κδ΄ [24] 52). Ποῦ ὀφείλεται αὐτὴ ἡ μεγάλη χαρά;

Πρῶτα χαροποίησε τοὺς μαθητὲς ἡ δό­­ξα τοῦ θείου Διδασκάλου τους. Καθὼς Τὸν ἔβλεπαν μὲ τέτοια μεγαλοπρέπεια μέσα σὲ σύννεφο τυλιγμένο, καὶ μὲ συνοδεία λαμπρῶν Ἀγγέλων νὰ ἀνέρχεται στὰ ἄνω βασίλεια δοξασμένος, πίστεψαν ἀκράδαντα στὴ θεϊκή Του παντοδυναμία. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Διδάσκαλός τους, εἶναι Θεός, κυρίαρχος τῶν πάντων. Ἑπομένως οἱ μαθητὲς χαίρονται γιὰ τὸν ἔν­δοξο θριαμβευτὴ καὶ νικητὴ Διδάσκαλο καὶ Θεό τους. Τώρα δὲν θὰ ὑποχωροῦν οὔτε θὰ δειλιάζουν μπροστὰ σὲ ἐχθροὺς βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνες, οὔτε θὰ φοβοῦνται τοὺς πονηροὺς δαίμονες. Καὶ τὸν θάνατο τὸν φοβερὸ θὰ περιγελοῦν, γιατὶ ὁ ἔνδοξος Χριστὸς τὰ νίκησε ὅλα. Καὶ θὰ εἶναι μαζί τους. Καὶ θὰ τοὺς ἐνισχύει. Καὶ τὶς δικές Του νίκες θὰ τὶς χαρίζει σ’ αὐτοὺς καὶ σὲ ὅλους τοὺς δικούς Του ἀκολούθους. Καὶ θὰ τοὺς δοξάζει ὁ Κύριος ὄχι μόνο στὴ γῆ αὐτὴ ἀλλὰ καὶ στὸν οὐρανό. Γιατὶ ὁ ἀναληφθεὶς Κύριος «συνεζωοποίησε… συνήγειρε καὶ συνεκάθισε» στὸ θρόνο τοῦ οὐρανίου Του Πατρὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση (Ἐφ. β΄ 5-6). Καὶ ἐκεῖ στὸν Παράδεισο κάθε πιστὸς ποὺ θὰ θελήσει νὰ ζήσει τὸν θεάρεστο βίο, θὰ ἀ­παστράπτει μὲ δόξα ἀθάνατη καὶ κάλλος ἐκτυφλωτικό.

Ὑπάρχει ὅμως καὶ δεύτερος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο οἱ μαθητὲς δοκιμάζουν χαρὰ μεγάλη. Εἶναι ἡ εὐλογία τοῦ ἀναληφθέν­τος Κυρίου. «Καὶ ἐγένετο», μᾶς λέει ὁ ἅγιος εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, «ἐν τῷ εὐ­λογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ’ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν» (Λουκ. κδ΄ [24] 51). Ἄνοιξε ὁ Κύριος τὰ ἄχραντα χέρια Του ποὺ εἶχαν ἀποτυπωμένα τὰ σημάδια τῆς θυσίας Του. Καὶ δὲν εὐλόγησε ἁπλῶς μιὰ στιγμὴ τοὺς μαθητές Του, ἀλλά, καθὼς ἀνέβαινε, συνεχῶς τοὺς εὐλογοῦσε. Καὶ μὲ τὴ στάση αὐτὴ τῆς διαρκοῦς καὶ παρατεταμένης εὐλογίας ἀ­νέ­βαινε, ἕως ὅτου ἔσβησε καὶ χάθηκε ἀπὸ τὰ μάτια τους. Καὶ αὐτοὶ ἀπέμειναν νὰ κοιτάζουν ἔκθαμβοι τὴ μεγαλειώδη εἰκόνα τῆς τελευταίας πράξεως τοῦ ἀγαπημένου Διδασκάλου τους. Τί αἴσθηση πλούσιας ἀγάπης! Ἀπολαμβάνουν οἱ μαθητὲς ἐκείνη τὴν ὥρα τοῦ ἀποχωρισμοῦ μοναδικὴ ἀγάπη. Γνωρίζουν πολὺ καλὰ πόσο Τὸν εἶχαν πικράνει. Πόσες φορὲς εἶχαν ἐπιδείξει φιλοπρωτίες, εἶχαν φανερώσει φιλοδοξίες, εἶχαν ἐκδηλώσει ὀλιγοπιστίες, εἶχαν ἀθετήσει ὑποσχέσεις. Καὶ ὅμως ὁ Κύριος τοὺς ἀποχαιρετᾶ μὲ ἀγάπη!

Εἶναι σὰν νὰ τοὺς ἔλεγε: «Εἶμαι μαζί σας, δικός σας. Θὰ εὐλογῶ ὅλα σας τὰ βήματα. Καὶ τὰ δικά σας καὶ ὅλων ὅσοι θὰ πιστέψουν στὸ κήρυγμά σας καὶ θὰ θελήσουν νὰ μὲ ἀκολουθήσουν. Ὅλοι χωρᾶτε στὴ θεϊκή μου ἀγκάλη. Μὲ τὴν παντοδύναμη εὐλογία μου θὰ ἁπαλύνον­ται οἱ πόνοι σας καὶ θὰ στηρίζεσθε στοὺς πειρασμούς. Ἐδῶ στὰ ἀνοικτά μου χέρια βρίσκεται ἡ ἄκρα ἀγαθότητα καὶ ἡ ἄπειρη ἀγάπη μου. Ἡ χωρὶς ὅρια ἀγάπη. Προχωρεῖτε λοιπὸν μὲ θάρρος. Θὰ σᾶς εὐλογῶ πάντα καὶ ὅπου θὰ βρίσκεσθε, ʽʽἕως ἐσχάτου τῆς γῆςʼʼ» (βλ. Πράξ. α΄ 8).

Δύο μεγάλες χαρὲς ἀπήλαυσαν οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου στὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν τὴν ἡμέρα τῆς θείας Του Ἀναλήψεως: τὴν ὑπερκόσμια δόξα Του καὶ τὴ θεία εὐλογία Του.

Ἀπέμενε ὅμως καὶ μία ἀκόμη μεγαλύτερη χαρὰ ποὺ κατὰ τὴν ὑπόσχεσή Του ὁ ἀναληφθεὶς Κύριος θὰ χάριζε στοὺς μαθητές Του λίγες ἡμέρες μετὰ τὴν Ἀνάληψή Του. Ποιὰ χαρά; Ὅτι δὲν θὰ τοὺς ἄφηνε μόνους. Τὴν πνευματική τους μοναξιὰ θὰ τὴν ἀνεπλήρωνε μὲ τὴν παρουσία τοῦ «ἄλλου Παρακλήτου», δηλαδὴ μὲ τὸ Παν­άγιο Πνεῦμα, τὸ Ὁποῖο θὰ τοὺς ἀπέστελλε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγεῖ «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰω. ιδ΄ [14] 16, ις΄ [16] 13). Αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ τοὺς ὑπενθύμιζε μὲ κρυστάλλινη διαύγεια ὅλες τὶς θεϊκὲς διδασκαλίες ποὺ εἶχαν ἀκούσει ἀπὸ τὸν Ἴδιο, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ τὶς κηρύττουν ἀνόθευτα καὶ νὰ τὶς ­καταγράφουν αὐθεντικά. Αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ τοὺς ἐνθουσίαζε στοὺς ἱεραποστολικοὺς ἀγῶνες τους καὶ θὰ ἐνεργοῦσε τὶς θαυμαστὲς ἀλλοιώσεις στὶς ψυ­χὲς τῶν ἀκροατῶν τους καὶ τὰ θαύμα­τα τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων διὰ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων μέσα στὴν Κιβωτὸ τῆς Ἁγίας Του Ἐκκλησίας! Ὅλα αὐτὰ πρα­γματοποιήθηκαν τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Καὶ συνε­χίσθηκαν καὶ συνεχίζον­ται μέσα στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς νὰ μὴ χαίρονται λοιπὸν μὲ χαρὰ μεγάλη οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου;

Ἂς χαροῦμε κι ἐμεῖς μαζί τους. Γιατὶ μέσα στὴν Ἁγία μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γευόμαστε καὶ ἐμεῖς τὶς ἴδιες χαρές, τὰ πανάκριβα δῶρα τοῦ ἀναληφθέντος Κυρίου: τὴν παντοδύναμη προστασία Του, τὴν πλούσια εὐλογία Του, τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τέλος τὸν δοξασμό μας μαζί Του στὸν Παράδεισο!

Πηγή: https://www.osotir.org/2016/06/08/xar-megali-t-s-nalipseos/

Ἀνέστη Χριστός, Ἡ δοκιμασία τοῦ λογικοῦ

Ἀνέστη Χριστός, Ἡ δοκιμασία τοῦ λογικοῦ

Του Φώτη Κόντογλου

Ἡ πίστη τοῦ χριστιανοῦ δοκιμάζεται μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σὰν τὸ χρυσάφι στὸ χωνευτήρι. Ἀπ ̓ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ πλέον ἀπίστευτο πράγμα, ὁλότελα ἀπαράδεκτο ἀπὸ τὸ λογικό μας, ἀληθινὸ μαρτύριο γιὰ δαῦτο. Μὰ ἴσια-ἴσια, ἐπειδὴ εἶναι ἕνα πράγμα ὁλότελα ἀπίστευτο, γιὰ τοῦτο χρειάζεται ὁλόκληρη ἡ πίστη μας γιὰ νὰ τὸ πιστέψουμε. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι λέμε συχνὰ πὼς ἔχουμε πίστη, ἀλλὰ τὴν ἔχουμε μονάχα γιὰ ὅσα εἶναι πιστευτὰ ἀπ ̓ τὸ μυαλό μας. Ἀλλὰ τότε, δὲν χρειάζεται ἡ πίστη, ἀφοῦ φτάνει ἡ λογική. Ἡ πίστη χρειάζεται γιὰ τὰ ἀπίστευτα.

Οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἄπιστοι. Οἱ ἴδιοι οἱ μαθητάδες τοῦ Χριστοῦ δὲν δίνανε πίστη στὰ λόγια τοῦ δασκάλου τους ὅποτε τοὺς ἔλεγε πὼς θ ̓ ἀναστηθῆ, μ ̓ ὅλο τὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἀφοσίωση ποὺ εἶχαν σ ̓ Αὐτὸν καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια του. Καὶ σὰν πήγανε οἱ Μυροφόρες τὴν αὐγὴ στὸ μνῆμα τοῦ Χριστοῦ, κ ̓ εἴδανε τοὺς δυὸ ἀγγέλους ποὺ τὶς μιλήσανε, λέγοντας σ ̓ αὐτὲς πὼς ἀναστήθηκε, τρέξανε νὰ ποῦνε τὴ χαροποιὰ εἴδηση στοὺς μαθητές, ἐκεῖνοι δὲν πιστέψανε τὰ λόγια τους, ἔχοντας τὴν ἰδέα πὼς ἤτανε φαντασίες: «Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος (τρέλα) τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς»…

Βλέπεις καταπάνω σὲ πόση ἀπιστία ἀγωνίσθηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Καὶ στοὺς ἴδιους τοὺς μαθητάδες του. Εἶδες μὲ πόση μακροθυμία τὰ ὑπόμεινε ὅλα; …Καὶ μ ̓ ὅλα αὐτὰ, ἴσαμε σήμερα οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς εἴμαστε χωρισμένοι ἀπὸ τὸν Χριστὸ μ ̓ ἕνα τοῖχο παγωμένον, τὸν τοῖχο τῆς ἀπιστίας. Ἐκεῖνος ἀνοίγει τὴν ἀγκάλη του καὶ μᾶς καλεῖ κ ̓ ἐμεῖς τὸν ἀρνιόμαστε. Μᾶς δείχνει τὰ τρυπημένα χέρια του καὶ τὰ πόδια του, κ ̓ ἐμεῖς λέμε πὼς δὲν τὰ βλέπουμε. Ἐμεῖς ψάχνουμε νὰ βροῦμε στηρίγματα στὴν ἀπιστία μας γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὸν ἐγωϊσμό μας, ποὺ τὸν λέμε Φιλοσοφία καὶ Ἐπιστήμη. Ἡ λέξη Ἀνάσταση δὲν χωρᾶ μέσα στὰ βιβλία τῆς γνώσης μας… Γιατὶ «ἡ γνώση τούτου τοῦ κόσμου, δὲ μπορεῖ νὰ γνωρίσει ἄλλο τίποτα, παρεκτὸς ἀπὸ ἕνα πλῆθος λογισμούς, ὄχι ὅμως ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζεται μὲ τὴν ἁπλότητα τῆς διάνοιας».

Ναί, ἐκείνους ποὺ ἔχουνε αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ἁπλότητα τῆς διάνοιας, τοὺς μακάρισε ὁ Κύριος, λέγοντας: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Καὶ στὸν Θωμᾶ, ποὺ γύρευε νὰ τὸν ψηλαφήσῃ γιὰ νὰ πιστέψῃ, εἶπε: «Γιατὶ μὲ εἶδες Θωμᾶ, γιὰ τοῦτο πίστεψες; Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἴδανε καὶ πιστέψανε».

Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει αὐτὴ τὴν πλούσια φτώχεια, καὶ τὴν καθαρὴ καρδιά, ὥστε νὰ τὸν δοῦμε ν ̓ ἀναστήνεται γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε κ ̓ ἐμεῖς μαζί του.

Αὐτὴ ἡ ἀνηξεριὰ (ἡ ἄγνοια) εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ γνώση: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἄγνοια ἡ ὑπερτέρα τῆς γνώσεως». Καλότυχοι καὶ τρισκαλότυχοι ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ἔχουνε.

Πηγή: https://orthodoxfathers.com/logos/Anesti-Christos-dokimasia-tou-logikou

Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα: Πορεία πρὸς τὴν Ἀνάσταση

Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα:
Πορεία πρὸς τὴν Ἀνάσταση

Ή ἑβδομάδα πρὶν τὸ Πάσχα ὀνομάστηκε Μεγάλη ἀπὸ τοὺς πρώτους κιόλας χριστιανικοὺς αἰῶνες κι αὐτὸ γιατί, ὅπως μας ἐξηγεῖ ὁ Ἅγ. Ἰω. ὁ Χρυσόστομος, μεγάλα καὶ κοσμοσωτήρια γεγονότα συνέβησαν στὴ διάρκειά της. Κέντρο αὐτῶν τῶν γεγονότων εἶναι βεβαίως τὰ Ἅγια καὶ ἄχραντα Πάθη, ἡ θεόσωμη Ταφῆ καὶ ἡ ἔνδοξη Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου.

Γιὰ τὴ διευκόλυνση τῶν πιστῶν οἱ ἀκολουθίες τῆς Μ. Ἑβδομάδος τελοῦνται ἀντίστροφα τοῦ κανονικοῦ, δηλ. οἱ Ὄρθροι τελοῦνται τὸ ἀπόγευμα καὶ οἱ Ἑσπερινοὶ τὸ πρωί. Παλαιότερα οἱ ὄρθροι τελοῦνταν λίγο μετὰ τὰ μεσάνυχτα, ὅμως ἡ ὥρα αὐτὴ δὲν ἦταν κατάλληλη γιὰ τὴν προσέλευση τῶν πιστῶν. Ἔτσι λοιπὸν σήμερα οἱ ἱερὲς Ἀκολουθίες τελοῦνται ὡς ἑξῆς:

Κυριακὴ Βαΐων ἀπόγευμα: Ὄρθρος Μ. Δευτέρας

Μ. Δευτέρα πρωί: Ἑσπερινὸς Μ. Δευτέρας

Μ. Δευτέρα απόγευμα: Ὄρθρος Μ. Τρίτης

Μ. Τρίτη πρωί: Ἑσπερινὸς Μ. Τρίτης

Μ. Τρίτη απόγευμα: Ὄρθρος Μ. Τετάρτης

Μ. Τετάρτη πρωί: Ἑσπερινὸς Μ. Τετάρτης

Μ. Τετάρτη απόγευμα: Ὄρθρος Μ. Πέμπτης

Μ. Πέμπτη πρωί: Ἑσπερινὸς Μ. Πέμπτης

Μ. Πέμπτη απόγευμα: Ὄρθρος Μ. Παρασκευῆς

Μ. Παρασκευὴ πρωί: Ἑσπερινὸς Μ. Παρασκευῆς

Μ. Παρασκευὴ απόγευμα: Ὄρθρος Μ. Σαββάτου

Μ. Σάββατο πρωί: Ἑσπερινὸς Μ. Σαββάτου

Μ. Σάββατο βράδυ: Ὄρθρος Κυριακῆς τοῦ Πάσχα

Κυριακή του Πάσχα πρωὶ ἢ ἀπόγευμα: Ἑσπερινός της Ἀγάπης

Ἡ ὑμνολογία καὶ τὰ ἁγιογραφικὰ ἀναγνώσματα τῆς Μ. Ἑβδομάδας εἶναι ἰδιαιτέρως κατανυκτικὰ καὶ μᾶς βοηθοῦν νὰ κατανοήσουμε καὶ νὰ ζήσουμε κυριολεκτικὰ τὰ Πάθη καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Λέει χαρακτηριστικὰ ἕνας ὕμνος: «Συμπορευθῶμεν αὐτῶ καὶ συσταυρωθῶμεν… ἶνα καὶ συζήσωμεν αὐτῶ…»

Κυριακὴ τῶν Βαΐων: Τὴν τελευταία Κυριακὴ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἑορτάζουμε τὴ θριαμβευτικὴ εἴσοδο τοῦ Κυρίου στὰ Ἱεροσόλυμα κατὰ τὴν ὁποία ὁ λαὸς ἔκπληκτος ἀπὸ τὸ θαῦμα τῆς ἀνάστασης τοῦ Λαζάρου ποὺ εἶχα προηγηθεῖ ὑποδέχτηκε τὸν Χριστὸ κρατώντας κλαδιὰ φοινίκων καὶ βάγια. Σὲ ἀνάμνηση ἐκείνης τῆς ὑποδοχῆς κρατᾶμε κι ἐμεῖς αὐτὴ τὴ μέρα κλαδιὰ δάφνης ὑποδεχόμενοι τὸν Κύριο ὄχι σὰν ἕνα θριαμβευτή, κοσμικὸ βασιλιά, ὅπως τὸν φαντάζονταν οἱ Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ σὰν αἰώνιο, πνευματικὸ βασιλιά. Ἡ εἴσοδος, ὅμως, τοῦ Κυρίου στὰ Ἱεροσόλυμα ἦταν καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς πορείας Του πρὸς τὸ Πάθος. Ἤδη οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι εἶχαν ἀποφασίσει τὴ θανάτωσή Του καὶ ὁ Ἰούδας τὴν προδοσία. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Κυριακὴ τῶν Βαΐων εἶναι ταυτόχρονα καὶ ἡ ἔναρξη τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας.

«Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσω τῆς νυκτός` καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὐρήσει γρηγορούντα` ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὐρήσει ραθυμούντα. Βλέπε οὔν, ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθης, ἶνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῆς καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθής` ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα∙ Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶ ὁ Θεός` διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἠμᾶς.»

Μεγάλη Δευτέρα: Εἶναι ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τοῦ Ἁγ. Ἰωσὴφ τοῦ παγκάλου, γιοῦ τοῦ πατριάρχη Ἰακώβ. Τὰ ἀδέλφια τοῦ Ἰωσὴφ τὸν φθονοῦσαν, γι’ αὐτὸ τὸν ἔριξαν μέσα σ’ ἕνα λάκκο καὶ κατόπιν τὸν πούλησαν σὲ Αἰγυπτίους ἐμπόρους. Ὑπέφερε πολλά, ὅμως στὸ τέλος δοξάστηκε κι ἔγινε ἄρχοντας τῆς Αἰγύπτου. Ὁ Ἰωσὴφ θεωρεῖται τύπος τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὰ παθήματα, τὴν ἀρετή του, τὴν πραότητα καὶ τὴν ἀνεξικακία του. Καὶ ὁ Κύριος φθονήθηκε ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς, τοὺς Γραμματεῖς καὶ τοὺς Φαρισαίους καὶ ἀφοῦ ὑπέφερε πολλὰ γιὰ τὴ σωτηρία μας δοξάστηκε μὲ τὴν Ἀνάστασή Του.

Ἐπίσης τὴ Μ. Δευτέρα τελεῖται ἀνάμνηση τῆς ξηρανθείσας συκῆς. Σύμφωνα μὲ τὴν εὐαγγελικὴ διήγηση τὸ θαῦμα αὐτὸ ἔγινε τὴν ἑπομένη τῆς εἰσόδου τοῦ Κυρίου στὰ Ἱεροσόλυμα. Ὁ Χριστὸς βλέποντας στὸ δρόμο μία συκιά, πῆγε κοντά της, μὰ δὲ βρῆκε παρὰ μόνο φύλλα` καὶ τῆς λέει: «Ποτὲ πιὰ μὴν ξαναβγάλεις καρπό!» Κι ἀμέσως ξεράθηκε ἡ συκιά. Ἐκείνη ἡ ἄκαρπη συκιὰ συμβόλιζε τὴ συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων ποὺ δὲν εἶχε νὰ παρουσιάσει πνευματικοὺς καρποὺς καὶ γι’ αὐτὸ καταδικάστηκε ἀπὸ τὸν Κύριο. Συμβόλιζε ἀκόμα καὶ κάθε ἄνθρωπο ποὺ δὲν ἔχει πνευματικὴ καρποφορία. Τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ὄρθρου τῆς Μ. Δευτέρας ἀφηγεῖται ὄχι μόνο τὸ ἐπεισόδιο τῆς συκῆς ἀλλὰ καὶ τὶς παραβολὲς τῶν δυὸ γιῶν (Ματθ. 21, 28-32) καὶ τῶν κακῶν γεωργῶν (Ματθ. 21, 33-46) μέσο τῶν ὁποίων ὁ Κύριος προεῖπε τὴν ἀπόρριψη Τοῦ ἰσραηλιτικὸ λαό. Οἱ παραβολὲς αὐτὲς ἐλέχθησαν τὴν ἡμέρα μετὰ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων καὶ γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία ὅρισε νὰ διαβάζονται τὴν Μ. Δευτέρα.

Μεγάλη Τρίτη: Εἶναι ἀφιερωμένη στὴν παραβολὴ τῶν δέκα παρθένων (Ματθ. 25, 1 – 13). Ὅμως οἱ ὕμνοι τῆς ἡμέρας ἀναφέρονται καὶ στὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων (Ματθ. 25, 14 – 30) καθὼς καὶ στὴ μέλλουσα κρίση (Ματθ. 25, 31 – 46). Οἱ τρεῖς αὐτὲς παραβολὲς ἀποτελοῦν μέρος μιᾶς μεγάλης διδασκαλίας ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς κατ’ ἰδὶαν στοὺς μαθητὲς Τοῦ στὸ Ὅρος τῶν Ἐλαιῶν λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος Του. Σ’ αὐτὴ τὴν ὁμιλία περιλαμβάνονται σπουδαῖες καὶ βαρυσήμαντες προβλέψεις γιὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου. Ὁ Κύριος τόνισε ἀκόμα πὼς πρέπει νὰ ἤμαστε πάντα ἕτοιμοι νὰ Τὸν ὑποδεχτοῦμε γιατί θὰ ἔρθει σὲ ἄγνωστο χρόνο. Ἀπὸ τὴν παραβολὴ τῶν δέκα παρθένων εἶναι ἐμπνευσμένο τὸ τροπάριο «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσω τῆς νυκτός…» καὶ ὁ ἀκόλουθος ὕμνος:

«Τὸν νυμφῶνα σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ∙ λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς, φωτοδότα, καὶ σῶσον με».

Μεγάλη Τετάρτη: Τὸ συναξάρι τῆς Μ. Τετάρτης ἀναφέρει ὡς θέμα τὴν ἄλειψη τοῦ Κυρίου μὲ μύρο ἀπὸ μία γυναῖκα πόρνη, γεγονὸς ποὺ συνέβη λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος Του. Ἡ ὑμνογραφικὴ παράδοση συγκρίνει τὴν μετάνοια τῆς πόρνης μὲ τὸ φοβερὸ ὀλίσθημα τοῦ Ἰούδα καὶ παραλληλίζει τὶς δυὸ ψυχικὲς καταστάσεις. Ἡ πόρνη ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ μετανοεῖ, ἐνῷ ὁ Ἰούδας αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὴ φιλαργυρία καὶ ἀποχωρίζεται ἀπ’ τὸ Θεό. Ἰδιαίτερα συγκινητικὸ εἶναι τὸ γνωστὸ «τροπάριο τῆς Κασσιανῆς» (γραμμένο ἀπὸ τὴ μοναχὴ Κασσιανή) ποὺ ἐκφράζει τὴ θερμὴ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση τῆς ἁμαρτωλῆς γυναίκας:

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοὶ πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νὺξ μοὶ ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τὲ καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τᾶς πηγᾶς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ` κάμφθητι μοὶ πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τὴ ἀφάτω σου κενώσει. Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοὶς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχης ὦν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὕα τὸ δειλινὸν κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους τὶς ἐξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μὴ μὲ τὴν σὴν δούλην παρίδης, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.

Τὴ Μ. Τετάρτη ἡ ὑμνολογία φέρνει στὴ μνήμη μας καὶ τὴ σύγκλιση τοῦ Συνεδρίου, δήλ. τοῦ ἀνώτατου δικαστηρίου τῶν Ἰουδαίων, τὸ ὁποῖο καὶ ἀποφάσισε τὴ σύλληψη καὶ τὴν καταδίκη τοῦ Κυρίου. Οἱ ὕμνοι τῆς Μ. Τετάρτης ἀναφέρονται ἐπίσης στὴν ἀπόφαση τοῦ Ἰούδα νὰ παραδώσει τὸν Κύριο καὶ στὴ συμφωνία του μὲ τοὺς ἀρχιερεῖς.

Μεγάλη Πέμπτη: Τὰ γεγονότα τῆς Μ. Πέμπτης εἶναι κατὰ σειρὰ τὰ ἑξῆς: 1. Ὁ Ἱερὸς Νιπτῆρας, δηλ. τὸ πλύσιμο τῶν ποδιῶν τῶν Ἀποστόλων ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο. 2. Ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος, δηλ. ἡ παράδοση τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας ἀπὸ τὸ Χριστό. 3. Ἡ «ὑπερφυὴς προσευχή», δήλ. ἡ ἀγωνιώδης προσευχὴ τοῦ Κυρίου στὴ Γεσθημανὴ πρὶν τὴ σύλληψή Του. 4. Ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα, δηλ. ἡ παράδοση τοῦ Κυρίου στοὺς Ἰουδαίους μὲ φίλημα.

Μεγάλη Παρασκευή: ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση τῆς Σταύρωσης τοῦ Κυρίου. Ἡ ἀκολουθία τῶν Ἁγίων καὶ Ἀχράντων Παθῶν τοῦ Κυρίου, ὅπως ὀνομάζεται, μᾶς φέρνει στὴ μνήμη ὅσα ὑπέμεινε γιὰ χάρη μας ὁ Κύριος: «τοὺς ἐμπτυσμούς, τὰ ραπίσματα, τὰ κολαφίσματα, τάς ὕβρεις, τοὺς γέλωτας, τὴν πορφυρὰν χλαῖναν, τὸν κάλαμον, τὸν σπόγγον, τὸ ὄξος, τοὺς ἥλους, τὴν λόγχην` καὶ πρὸ πάντων τὸν σταυρὸν καὶ τὸν θάνατον».

Γίνεται ἐπίσης μνεία τοῦ εὐγνώμονος λῃστοῦ ποὺ ἔλαβε συγχώρηση ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ μὲ τὴ μετάνοιά του «πρῶτος παραδείσου πύλας ἀνοίξας εἰσῆλθεν».

Τὸ ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό τῆς ἀκολουθίας εἶναι ἡ ἀνάγνωση δώδεκα Εὐαγγελίων. Ἀπὸ αὐτά, τὸ πρῶτο (τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Διαθήκης) περιλαμβάνει τὶς ὑποθῆκες τοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς μαθητὲς καὶ τὴν Ἀρχιερατικὴ προσευχή Του. Τὰ ὑπόλοιπα Εὐαγγέλια ἐξιστοροῦν τὴ σύλληψη, τὴ δίκη, τὰ πάθη, τὸ σταυρικὸ θάνατο, τὴν ταφὴ τοῦ Κυρίου καθὼς καὶ τὴν ἀσφάλιση τοῦ τάφου μὲ τὴ βοήθεια τῆς κουστωδίας. Μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ πέμπτου Εὐαγγελίου γίνεται ἡ λιτάνευση τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἡ τοποθέτησή Του στὸ μέσο τοῦ Ναοῦ καθὼς ὁ χορὸς ψάλλει ἀργὰ καὶ κατανυκτικὰ τὸ ἑξῆς τροπάριο: «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας. Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται ὁ τῶν ἀγγέλων Βασιλεύς. Ψεύδη πορφύραν περιβάλλεται ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἐν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ. Ἤλοις προσηλώθη ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχη ἐκεντήθη ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμεν σου τὰ πάθη, Χριστέ. Δεῖξον ἠμὶν καὶ τὴν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν».

Μέγα Σάββατο: Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἑορτάζουμε «τὴν θεόσωμον ταφὴν καὶ τὴν εἰς ᾅδου κάθοδον» τοῦ Κυρίου. Ὁ Χριστὸς ἀναπαύεται μέσα στὸν τάφο, ὅπως «ἀναπαύθηκε» ὅταν πρωτοδημιούργησε τὸν κόσμο τὴν ἕβδομη μέρα. Ὅμως ἀναπαύεται ὡς θεάνθρωπος. Τὸ πανάχραντο σῶμα Του θάπτεται στὸν τάφο, ἀλλὰ πνευματικὰ ὁ ἴδιος μεταβαίνει στὸν Ἅδη καὶ συνεχίζει τὸ σωτηριῶδες ἔργο Του. Καλεῖ κοντὰ Του ὅλους τους δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὕα μέχρι τοὺς ἔσχατους ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ μὴν λείψει κανεὶς ἀπὸ τὸ παγκόσμιο προσκλητήριο τῆς σωτηρίας, ποὺ εἶναι τελικὰ μιὰ ἀναδημιουργία τοῦ κόσμου καὶ ὁλοκλήρωσης τῆς ἀνθρωπότητας. Ἡ κάθοδος αὐτὴ ἦταν τὸ τελειωτικὸ χτύπημα κατὰ τοῦ θανάτου. Γι’ αὐτὸ ψέλνουμε χαρακτηριστικά: «Ὄτε κατῆλθες πρὸς τὸν θάνατον, ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος, τότε τὸν ἄδην ἐνέκρωσας τὴ ἀστραπὴ τῆς θεότητος».

Στὸν ὄρθρο τοῦ Μ. Σαββάτου ψάλλονται τὰ Ἐγκώμια, δήλ. σύντομα τροπάρια ποὺ ἐξιστοροῦν τὰ πάθη τοῦ Κυρίου, ἐξυμνοῦν τὴν ταφή του καὶ διασαλπίζουν τὴ νίκη Τοῦ κατὰ τοῦ θανάτου. Πρὸς τὸ τέλος τοῦ Ὄρθρου γίνεται καὶ περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου γύρω ἀπὸ τοὺς δρόμους τῆς ἐνορίας.

Ὁ Ἑσπερινός τοῦ Μ. Σαββάτου ποὺ τελεῖται τὸ πρωὶ μαζὶ μὲ τὴ θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου εἶναι ἐξ’ ὁλοκλήρου ἀναστάσιμος. Εἶναι ὁ Ἑσπερινός του Πάσχα. Ψάλλονται ὕμνοι ἀναστάσιμοι, διαβάζεται ἡ προφητεία τοῦ Ἰωνᾶ τοῦ ὁποίου τὸ πάθημα προτύπωνε τὴν ταφὴ καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Μετὰ ἀπὸ λίγο ἀντηχεῖ σὰν νικητήρια ἰαχὴ ὁ ψαλμικὸς ἦχος: «Ἀνάστα ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πάσι τοῖς ἔθνεσι».

Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

Τὸ Πάσχα ἦταν ἀρχαιότατη ἰουδαϊκὴ γιορτὴ ποὺ τελοῦνταν τὴ νύχτα τῆς 14ης πρὸς τὴ 15η τοῦ μηνὸς Νισᾶν. Οἱ Ἰουδαῖοι γιόρταζαν τὴν ἀπελευθέρωσή τους ἀπὸ τὴν δουλεία τῶν Αἰγυπτίων κατόπιν τῆς σφαγῆς τῶν πρωτότοκων τῶν Αἰγυπτίων, ἀπ’ τὴν ὁποία διέφυγαν τὰ δικά τους πρωτότοκα χάρη στὸ αἷμα τοῦ ἀμνοῦ μὲ τὸ ὁποῖο ἄλειψαν τὶς πόρτες τῶν σπιτιῶν τους. Ἡ λέξη πάσχα ὑπενθυμίζει τὴ θαυμαστὴ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας ἀπὸ τοὺς Ἰσραηλῖτες καὶ γενικότερα τὴ διάβασή τους ἀπὸ τὴ δουλεία στὴν ἐλευθερία. Ὅμως τὰ γεγονότα ἐκεῖνα ἦταν συμβολικὰ καὶ προφητικά. Τὸ ἰουδαϊκὸ Πάσχα ἦταν τύπος τοῦ χριστιανικοῦ. Ὁ πασχάλιος ἀμνὸς τῶν Ἰουδαίων ἦταν σύμβολο καὶ τύπος τοῦ ἀληθινοῦ πασχάλιου ἀμνοῦ, τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσιάστηκε γιὰ μᾶς καὶ μὲ τὸ αἷμα τοῦ ἐξαγόρασε τὴν ἐλευθερία μας ἀπὸ τὴν δουλεία τῆς ἁμαρτίας. Κατὰ δὲ θεία οἰκονομία ἡ θυσία τοῦ Κυρίου συνέπεσε μὲ τὸ ἰουδαϊκὸ πάσχα, ποὺ ἐκεῖνο τὸ ἔτος ἔτυχε νὰ εἶναι Σάββατο. Ὁ Κύριος σταυρώθηκε καὶ πέθανε τὴν Παρασκευή, τὸ βράδυ ὅπου οἱ Ἰουδαῖοι ἔτρωγαν τὸν πασχάλιο ἀμνὸ καὶ ἀναστήθηκε μετὰ τὸ Σάββατο, δηλ. τὴν πρώτη μέρα τῆς ἑβδομάδας ἡ ὁποία γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ὀνομάστηκε Κυριακή. Ἡ πασχαλινὴ ἀκολουθία εἶναι ἰδιαιτέρως λαμπρή. Ξεκινᾶ στὶς 12, μεσάνυχτα τοῦ Μ. Σαββάτου μὲ τὸν Ὄρθρο καὶ συνεχίζει μὲ τὴν θ. Λειτουργία. Τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα τελεῖται ὁ Ἑσπερινός της Ἀγάπης. Κατὰ τὴ διάρκειά του διαβάζεται ἡ εὐαγγελικὴ περικοπῆ ποὺ ἐξιστορεῖ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στοὺς δώδεκα μαθητὲς τὴν ἡμέρα τῆς Ἀνάστασής Του. Τὸ Εὐαγγέλιο αὐτὸ διαβάζεται σὲ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερες γλῶσσες γιὰ νὰ κηρυχθεῖ σ’ ὅλα τὰ ἔθνη ὅτι «Χριστὸς ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. Αὐτῶ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν».

Πηγή: https://neotita.gr/