Εἰς τὸν ἅγιον ἀπόστολον καὶ εὐαγγελιστὴν
καὶ τῷ Χριστῷ ἐξόχως ἠγαπημένον
Ἰωάννην τὸν θεολόγον
Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι κυρίως γνωστὸς ὡς δογματικὸς θεολόγος, ὡς ὁ θεολόγος τοῦ ἀκτίστου φωτός. Ἀλλὰ διέπρεψε καὶ ὡς κήρυκας τοῦ θείου λόγου. Ἐξεφώνησε ὡραιότατες ὁμιλίες ἀπὸ τοὺς ἄμβωνες τῶν ἐκκλησιῶν ἰδίως τῆς μητροπολιτικῆς περιφερείας του, τῆς Θεσσαλονίκης. Οἱ ὁμιλίες τοῦ αὐτές, ἐφόσον ἐκφωνοῦνταν ὡς προφορικὸς λόγος θείου κηρύγματος τὴν ὥρα τῆς θείας λατρείας, δὲν καταγράφηκαν ὅλες. Κι ἀπὸ αὐτὲς ποὺ καταγράφηκαν χάθηκαν πολλές. Ἀλλὰ σώζονται ἑξήντα τρεῖς χαριέστατες ὁμιλίες του.
Ἡ τεσσαρακοστὴ τέταρτη εἶναι ἀφιερωμένη «Εἰς τὸν ἅγιον ἀπόστολον καὶ εὐαγγελιστὴν καὶ τῷ Χριστῷ ἐξόχως ἠγαπημένον Ἰωάννην τὸν θεολόγον» (ΕΠΕ 11, 4650). Ἐκφωνήθηκε στὶς 26 Σεπτεμβρίου, ἡμέρα ποὺ γιορτάζουμε τὴν ἑορτὴ τῆς μεταστάσεως τοῦ ἁγίου Ἰωάννου. Ἀπό τὴν ὁμιλία του αὐτὴ θὰ παραθέσουμε μερικὰ εὐώδη ἄνθη σὲ ἐλεύθερη ἀπόδοση ἐννοιῶν, γιὰ νὰ τὰ ἀφιερώσουμε κι ἐμεῖς στὴ μνήμη τοῦ ἀγαπημένου Ἁγίου ἀποστόλου καὶ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου.
«Γιορτάζουμε σήμερα τὴ γιορτὴ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς προκρίτους Ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ. Του πλέκουμε ἐγκώμιο, γιατί τὸν θεωροῦμε πατέρα ὅλων ὅσοι φέρουν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Τὸν θεωροῦμε πατριάρχη ὅσων γεννήθηκαν ὄχι ἀπὸ αἵματα, οὔτε ἀπὸ θέλημα σαρκός, οὔτε ἀπὸ θέλημα ἀνδρός, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Δώδεκα γιοὺς εἶχε ὁ Ἰακώβ, ἀπὸ τοὺς ὁποίους δημιουργήθηκαν οἱ δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ. Δώδεκα μαθητὲς ἐπέλεξε καὶ ὁ Χριστός, γιὰ νὰ μαθητεύσουν τὸ Εὐαγγέλιο σὲ ὅλα τὰ ἔθνη καὶ νὰ κρίνουν τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ.
Ὁ Ἰωάννης ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους ἔχει ὅλα τὰ κοινὰ γνωρίσματα τῶν ἁγίων Ἀποστολῶν, ὅπως κοινὴ ἔχει καὶ τὴν ὑψηλὴ κλήση ποὺ τοὺς ἔκανε ὁ Κύριος νὰ τοὺς καλέσει στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ γνωρίσματα ποὺ ἀποδίδονται μόνο στοὺς τρεῖς πρωτοκορυφαίους Ἀποστόλους, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη. Ὁ Ἰωάννης δὲν εἶναι μόνο κλητὸς Ἀπόστολος, ἀλλὰ συναριθμεῖται μὲ τοὺς ἐκλεκτούς, καὶ μάλιστα εἶναι ὁ ἐκλεκτὸς τῶν ἐκλεκτῶν καὶ ὁ κορυφαῖος του κορυφαίου χοροῦ τῶν Ἀποστόλων, ὁμόστοιχος μὲ τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἰάκωβο, τοὺς τρεῖς προκρίτους καὶ πρωτοκορυφαίους Ἀποστόλους. Στὸ ὅρος Θαβὼρ τὸν Ἰωάννη ἐπέλεξε ὁ Χριστὸς μαζὶ μὲ τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἰάκωβο, γιὰ νὰ δοῦν «τὸ ὑπερφυὲς θέαμα» τῆς θείας Μεταμορφώσεώς του. Εἶδε «τὴν ὑπεραστράπτουσαν αἴγλην» τοῦ φωτὸς τῆς θεότητος τοῦ Υἱοῦ καὶ ἄκουσε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατρὸς «οὗτος ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ὢ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (Μάτθ. ἲζ 5)!
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης κοινὸ ἔχει καὶ τὸ γνώρισμα τοῦ εὐαγγελιστοῦ μαζὶ μὲ ἄλλους τρεῖς ποὺ συνέγραψαν ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἂν καὶ στὴ μεγαλοφωνία καὶ στὸ ὕψος τῆς θεολογίας ὑπερτερεῖ κατὰ πολύ. Ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ γνωρίσματα ποὺ ἀποδίδονται μόνο στὸν Ἰωάννη. Μόνον αὐτὸς ἀπ’ ὅλους τους Ἀποστόλους καὶ ἀπ’ ὅλους τους φημισμένους ἄνδρες τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης καλεῖται «Παρθένος». Διότι φύλαξε παρθενία σώματος, ψυχῆς, νοῦ καὶ αἰσθήσεων. Φύλαξε «τὴν ἀκριβῆ παρθενίαν», ποὺ εἶναι «ἡ πρὸς πάσαν κακίαν ἀσυνδύαστος γνώμη».
Μόνον αὐτὸς ἀπ’ ὅλους τους Ἀποστόλους ὀνομάζεται «ἠγαπημένος». Διότι ζοῦσε ζωὴ καθαρότητος καὶ ἁγιασμοῦ καὶ ἀγαποῦσε τὸν ἅγιο Θεὸ μὲ ὅλη τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιά του. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀγαπήθηκε ἀπὸ τὸν Χριστὸ περισσότερο ἀπ’ ὅλους. Εἶναι «ὁ μαθητὴς ὂν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς», «ὃς καὶ ἀνέπεσεν ἐν τῷ δείπνω ἐπὶ τὸ στῆθος αὐτοῦ» (Ἰω. κὰ’ 20). Μόνον αὐτὸς ἀπ’ ὅλους τους Ἀποστόλους ὀνομάζεται «υἱὸς Παρθένου», καὶ μάλιστα τῆς μητροπαρθένου καὶ Θεομήτορος, ἀφοῦ ἔγινε γι’ αὐτὴν κατὰ χάριν ὅ,τι ὁ Χριστὸς τῆς εἶναι κατὰ φύσιν.
Ἐὰν δὲ μόνον αὐτὸς ἀπέκτησε τὴν ἴδια μὲ τὸν Χριστὸ μητέρα, εἶναι καὶ ὁ μόνος ἀδελφός του ἐπάνω ἀπὸ ὅλους καὶ συγγενὴς καὶ ἀφομοιωμένος μὲ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Υἱὸς ἀγαπητός του Θεοῦ Πατρὸς ὁ Κύριος; Καὶ ὁ Ἰωάννης μαθητὴς ἀγαπητός του Κυρίου. Στὸν κόλπο τοῦ Πατρὸς ὁ Κύριος; Στὸν κόλπο τοῦ Υἱοῦ ὁ Ἰωάννης. Παρθένος ὁ Κύριος; Καὶ αὐτὸς διὰ τῆς χάριτος Ἐκείνου παρθένος. Παρθένου υἱὸς ὁ Κύριος; Τῆς ἰδίας υἱὸς κατὰ χάριν καὶ αὐτός, ἐφόσον ὁ Κύριος ἐπάνω ἀπὸ τὸν σταυρὸ στὸν Ἰωάννη ἐμπιστεύθηκε τὴν Παναγία μητέρα τοῦ λέγοντας «’Ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου» (Ἰω. ἰθ’ 27). «Ἐβρόντησε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὁ Κύριος»; Καὶ ὁ Ἰωάννης «βροντὴ» καὶ «υἱὸς βροντῆς» ὀνομάζεται (Μάρκ. γ’ 17). Καὶ μάλιστα εἶναι βροντὴ θεολογικότατη, ποὺ ἀντηχεῖ σὲ ὅλα τὰ πέρατα τῆς γὴς καὶ θεολογεῖ λέγοντας «Ἐν ἀρχὴ ἢν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἢν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἢν ὁ Λόγος.» (Ἰω. ἃ’ 1).
Εἶναι τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸ ὁ Κύριος ποὺ φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο καὶ διὰ τοῦ Ὁποίου δημιουργήθηκαν τὰ πάντα; Καὶ ὁ Ἰωάννης γίνεται κάτοπτρο ποὺ ἀντανακλᾶ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης ὁ ἅγιος Ἰωάννης εἶναι ὁ μαθητὴς τῆς ἀγάπης ποὺ μᾶς διδάσκει νὰ ἀγαποῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ ὄχι μόνο «ἐν λόγῃ καὶ γλώσση», ἀλλὰ καὶ «ἐν ἔργῳ καὶ ἀληθεία» (Ἃ’ Ἰω. γ’ 18).
Εἴθε νὰ ἀγαποῦμε κι ἐμεῖς τὸν ἅγιο Θεό, ὅπως Τὸν ἀγαποῦσε ὁ Ἰωάννης! Νὰ τιμοῦμε κι ἐμεῖς τὸν ἀγαπημένο μαθητὴ τοῦ ἅγιο Ἰωάννη τὸν θεολόγο, ὅπως τὸν τιμοῦσε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς! Γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε κι ἐμεῖς τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν καὶ νὰ γίνουμε κληρονόμοι ζώνης αἰωνίου. Ἀμὴν.»